Δρ Μέλια Χαραλάμπους, RN
Σε μία τυχαιοποιημένη κλινική έρευνα χρησιμοποιήθηκε το μέλι τζιβέρτι στη χώρα μας η οποία αποτελεί την πρώτη ερευνητική προσπάθεια στο συγκεκριμένο αντικείμενο. Πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Τμήμα Νοσηλευτικής του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου (ΤΕΠΑΚ), του Ογκολογικού Κέντρου της Τράπεζας Κύπρου και του Παγκύπριου Συνδέσμου Καρκινοπαθών και Φίλων (ΠΑΣΥΚΑΦ).
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με σκοπό να διερευνήσει την αποτελεσματικότητα του μελιού στη διαχείριση συμπτωμάτων που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς με κακοήθεια κεφαλής και τραχήλου μετά από ακτινοθεραπεία και συγκεκριμένα τη ξηροστομία και τη στοματοβλεννογονίτιδα. Αυτά τα δύο συμπτώματα μπορεί να οδηγήσουν σε επικίνδυνα αυξημένη απώλεια βάρους, γενική κακουχία και διακοπή της θεραπείας θέτοντας σε κίνδυνο το θεραπευτικό αποτέλεσμα.
Η συλλογή δεδομένων διήρκησε 2 χρόνια μεταξύ των ετών 2012-2014 και έλαβαν μέρος 72 ασθενείς οι οποίοι είχαν διαγνωστεί με τη συγκεκριμένη κακοήθεια την περίοδο αυτή. Oι ασθενεί είχαν τυχαιοποιηθεί σε δύο ομάδες, την ομάδα παρέμβασης ( η οποία πραγματοποιούσε στοματικές πλύσεις με διάλυμα μελιού) και την ομάδα ελέγχου (η οποία πραγματοποιούσε στοματικές πλύσεις με φυσιολογικό ορρό). Οι πλύσεις διήρκησαν κατά την περίοδο της ακτινοθεραπείας μέχρι και ένα μήνα μετά την ολοκλήρωση της. Κατά την περίοδο αυτή γινόταν αξιολόγηση της στοματικής κοιλότητας από επαγγελματία υγείας με τη χρήση συγκεκριμένων έγκυρων κλιμάκων αξιολόγησης ξηροστομίας και στοματοβλεννογονίτιδας.
Μέσα από τη συγκεκριμένη μελέτη έχει διαφανεί ότι η συνδυαστική χρήση της συμβατικής (φαρμακευτική αγωγή) με τη συμπληρωματική θεραπεία (μέλι), θα μπορούσε να ενισχύσει την ταχύτερη υποχώρηση της συγκεκριμένης συμπτωματολογίας. Η αποτελεσματικότητα της χρήσης του μελιού υπό μορφή στοματικών γαργάρων για τη διαχείριση της στοματοβλεννογονίτιδας, έχει διερευνηθεί και σε προηγούμενες έρευνες οι οποίες καταδεικνύουν την αποτελεσματικότητα του. Παράλληλα, έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές έρευνες που καταδεικνύουν τις ποικίλες θεραπευτικές ιδιότητες του μελιού και κατ’ επέκταση τις αντιφλεγμονώδεις και επουλωτικές ιδιότητες που σχετίζονται με τη διαχείριση της στοματοβλεννογονίτιδας.
Επιπλέον, η ύπαρξη της πιθανότητας της αποτελεσματικότητας του μελιού στη διαχείριση της ξηροστομίας αναδύεται μέσα από τη συγκεκριμένη έρευνα αφού αποτελεί την πρώτη ερευνητική προσπάθεια διερεύνησης αυτής της πιθανότητας. Στα αποτελέσματα της μελέτης, διαφαίνεται ότι, οι πάσχοντες που λάμβαναν μέλι υπό μορφή στοματικών γαργάρων είχαν χαμηλότερο βαθμό ξηροστομίας κατά την περίοδο της θεραπείας αλλά και κατά το διάστημα της επαναξιολόγησης. Έτσι, παλαιότερες έρευνες έρχονται στην επιφάνεια οι οποίες αναφέρονται σε ουσίες όπως το μηλικό οξύ κ.α που υπάρχουν στα χημικά χαρακτηριστικά του μελιού, να δρουν ως διεγέρτες σιέλου.
Ωστόσο, θα πρέπει να αναπτυχθούν μεγαλύτερες μελέτες για να γενικευτούν τα πιο πάνω αποτελέσματα. Τα αποτελέσματα της έρευνας αποτελούν χρήσιμο υλικό για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, με απώτερο στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πασχόντων με κακοήθεια κεφαλής και τραχήλου και την αποτελεσματικότερη διαχείριση της συμπτωματολογίας που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες.
Τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα της έρευνας μπορούν να αποτελέσουν το έναυσμα για περαιτέρω διερεύνηση του συγκεκριμένου θέματος από άλλους ερευνητές.